Δομή του Blog

Το Blog οργανώνεται κατακόρυφα σε δύο διακριτές στήλες. Στην αριστερή τοποθετούνται όλα τα αποσπάσματα από κείμενα-αφηγήσεις που χρησιμοποιήθηκαν ως υλικό. Στη δεξια, μικρότερα κείμενα σε μορφή σημειώσεων, επιχειρούν να συγκροτήσουν μικρές θεωρητικές κατασκευές εξηγήσεις.

Υποθέτω ότι όλα τα πράγματα που βλέπω είναι ψεύτικα, πείθω τον εαυτό μου ότι δεν υπάρχει τίποτα από όλα τα πράγματα που η απατηλή μου μνήμη, έχει παρουσιάσει. Υποθέτω ότι δεν έχω αισθήσεις, πιστεύω ότι το σώμα, η μορφή, η κίνηση και ο τόπος είναι όλα φαντασίες του μυαλού. Τι τότε θα θεωρηθεί αληθινό? Ίσως μόνο αυτό: ότι δεν υπάρχει τίποτα σίγουρο στον κόσμο. (Δεύτερος συλλογισμός)

Για να ξεκινήσω αυτό τη διερεύνση, σημειώνω πρώτα, ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ σώματος και νόησης, στο ότι το σώμα από τη
φύση του είναι πάντα διαιρετό ενώ η νόηση εντελώς αδιαίρετη. Παρατηρώ επίσης ότι η νόηση δεν προσλαμβάνει αμέσως την αίσθηση από όλα τα μέρη του σώματος, παρά μόνο από το μυαλό, ή ακόμα από ένα τα μικρότερα τμήματα τους, αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε κοινή λογική, η οποία κάθε φορά επηρεάζεται με τον ίδιο τρόπο, παράγει την ίδια αντίληψη, παρόλο που στο μεταξύ άλλα κομμάτια του σώματος αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο...

Δεν πρέπει πλέον να φοβάμαι αν αυτό που μου παρουσιάζεται από τις αισθήσεις μου είναι ψευδές. Και πρέπει να εγκαταλείψω όλες τις αμφιβολίες που είχα τις τελευταίες μέρες ως υπερβολικές και γελοίες, ειδικά αυτές που σχετίζονταν με τον ύπνο, όπου δεν μπορούσα να τον ξεχωρίσω από τον ξύπνιο. Τώρα βλέπω τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις δύο καταστάσεις, όπου η μνήμη δεν μπορεί να συνδέσει τα όνειρα μας το ένα με το άλλο και με τη συνολική πορεία της ζωής μας, όπως έιναι το σύνηθες όταν είμαστε ξύπνιοι. Είναι αλήθεια ότι αν κάποιος, ενώ είμαι ξύπνιος, εμφανιστεί ξαφνικά και αμέσως εξαφανιστεί, όπως γίνεται με τις εικόνες που βλέπω όταν είμαι κοιμισμένος, έτσι ώστε να μην έχω δει από που ήρθε ή που πήγε, τότε δεν θα ήταν παράλογο να θεωρήσω ότι είναι φάντασμα που σχηματίστηκε στο μυαλό μου, παρόμοια με αυτά που βλέπω στον ύπνο μου, παρά ένας πραγματικός άνθρωπος. Όταν όμως αντιλαμβάνομαι πράγματα, γνωρίζοντας από που έρχονται και που είναι, τη στιγμή που εμφανίζονται σε μένα, τότε χωρίς διακοπή μπορώ να συνδέσω την αντίληψη που έχω γι αυτά με την υπόλοιπη ζωή μου, τότε ξέρω ότι δεν κοιμάμαι. και τότε δεν πρέπει να αμφιβάλλω για την αλήθεια αυτών των πραγμάτων, όταν έχω χρησιμοποιήσει τις αισθήσεις μου, τη μνήμη μου και τα έχω κατανοήσει εξετάζοντας τα, και όταν καμία από αυτές τις διαδικασίες δεν συγκρούεται με τις άλλες.
(έκτος συλλογισμός)


Descartes, Meditations, (Suitcliffe. F.E), Penguin classics

Επειδή όμως επιθυούσα τότε να καταγίνω αποκλειστικά με την αναζήτηση της αλήθειας, σκέφτηκα πως έπρεπε να κάνω το εντελώς αντίθετο και ν' απορρίψω, σαν να είναι εντελώς ψεύτικο, οτιδήποτε θα μπορούσε να μου γεννήσει την παραμικρή αμφιβολία, για να δω αν δεν θα μου απόμενε ύστερα απ' αυτό καμιά πεποίθηση που να είναι εντελώς αναμφίβολη...Και παρατηρώντας πως τούτη η αλήθεια: σκέπτομαι άρα υπάρχη ήταν τόσο γερή και τόσο σίγουρη ώστε όλες μαζί οι εξωφρενικές υποθέσεις των σκεπτικών φιλοσόφων δεν ήταν ικανές να την κλονίσουν, έκρινα πως μπορούσα δίχως ενδοιασμούς να την παραδεχτώ σαν την πρώτη αρχή της φιλοσοφίας που αναζητούσα.
Κατόπιν εξετάζοντας με προσοχή τι ήμουν, είδα ότι μπορούσα να υποθέσω πως δεν είχα σώμα και πως ούτε κόσμος υπήρχε ούτε τόπος όπου να βρίσκομαι, αλλά πως δεν μπορούσα γι'αυτό να υποθέσω πως ούτε κι εγώ υπήρχα. Απεναντίας ακριβώς από το ότι σκεπτόμουν ν'αμφιβάλλω για την αλήθεια των άλλων πραγμάτων, έβγαινε ολοφάνερα πως εγώ υπήρχα. Απ' αυτό κατάλαβα πως ήμουν υπόσταση που ολόκληρη η ουσία ή η φύση της δεν είναι παρά το να σκέπτεται και δεν έχει ανάγκη, για να υπάρχει από κανένα τόπο κι ούτε εξαρτιέται από τίποτα υλικό. Έτσι που, ατό το εγώ, δηλαδή η ψχή, χάρη στην οποία είμαι ό,τι είμαι, είναι εντελώς ξέχωρη από το σώμα, κι είναι μάλιστα ευκολότερο να γνωρίσει κανένας αυτή παρά εκείνο, κι αν ακόμα το σώμα δεν υπήρχε διόλου, πάλι η ψυχή δεν θα έπαυε να είναι ό,τι είναι.


[Descartes, Λόγος Περι της Μεθόδου (μτφρ. Χρηστίδης Χ.), Αθήνα: Παπαζήσης]

‘Είμαι σε μια ομιχλώδη κατάσταση, σαν να βρίσκομαι σε βαρύ λήθαργο. Η μνήμη μου είναι κενή. Δεν μπορώ να σκεφτώ ούτε μια απλή λέξη. Ότι περνά από το μυαλό μου είναι κάτι εικόνες, αόριστες οπτασίες που απρόσμενα εμφανίζονται και εξίσου απρόσμενα εξαφανίζονται, δίνοντας τη θέση τους σε καινούριες. Αλλά δεν μπορώ να καταλάβω ή να θυμηθώ τη σημαίνουν.’

Ότι θυμάμαι είναι σκορπισμένο, σπασμένο σε ασύνδετα κομματάκια. Γι’ αυτό αντιδρώ τόσο ανώμαλα σε κάθε λέξη και ιδέα, σε κάθε απόπειρα να κατανοήσω τη σημασία των λέξεων.’ >>>σελ. 37


Όταν πρωτοκοίταξα τα αντικείμενα, χωρίς ακόμα να τα είχα αγγίξει μου φαίνονταν πολύ οικεία και γνώριμα, δεν υπήρχε κανένας λόγος να σκεφτώ γι’ αυτά. Αλλά όταν τα έπιασα στα χέρια μου, δεν μπορούσα να σχηματίσω μια ιδέα για τη χρησιμότητα τους. Έπεσα σε μια κατάσταση αποχαύνωσης και δεν ήμουν σε θέση να συσχετίσω με το μυαλό μου αυτά τα δύο αντικείμενα – ήταν σαν να είχα ξεχάσει για ποιο λόγο υπήρχαν.>>>σελ. 61



Μετά τον τραυματισμό μου δεν μπορούσα να καταλάβω το χώρο το φοβόμουνα. Ακόμα και τώρα, όταν κάθομαι σε ένα τραπέζι που έχει συγκεκριμένα πράγματα επάνω του, φοβάμαι να τα πλησιάσω και να τα ακουμπήσω >>>σελ. 91


Δεν μπορώ να ανακαλέσω τις λέξεις για πράγματα του δωματίου μου- όπως ‘ερμάριο’, ντουλάπα, κουρτίνες, στόρια, περβάζι, κορνίζα κλπ. Και όταν περνά αρκετό διάστημα χωρίς να μπορώ να εξασκήσω τον εαυτό μου στη χρήση αυτών των λέξεων ομιλώντας, ξεχνάω πως λέγονται τα πράγματα που βλέπω: δεν τα προσέχω. Ξεχνάω τι ρόλο παίζουν. Αυτό συμβαίνει ακόμα και με μέρη του σώματος μου>>>σελ.129


Έτσι άρχισα να γράφω. Με τράβηξε τόσο πολύ αυτό το νοσηρό γράψιμο που δεν μπορούσα να βγω έξω από το σπίτι για ένα περίπατο ή να δω μια ταινία στο σινεμά. Καθόμουν για να γράψω αυτή την ιστορία, να ξεθάψω αναμνήσεις από το παρελθόν μου να θυμηθώ λέξεις και ιδέες πράγμα τόσο δύσκολο και σκληρό....

Αυτό το γράψιμο είναι για τον εαυτό μου ο μόνος τρόπος να σκέφτομαι.


>>>Α.Ρ.Λούρια, (2002) Ο άνθρωπος με το θρυμματισμένο κόσμο, (μετφρ. Ν.Αγγελόπουλος), Αθήνα: Καστανιώτης

Το βιβλίο αναφέρεται στον Ζαζέτσκι που καταγράφει σε ημερολόγιο την ζωή του μετά από ένα ατύχημα στο πόλεμο.Λογώ ενός σοβαρού εγκεφαλικού τραύματος, ζούσε με μια μόνιμη δυσλειτουργία της μνήμης.




«Το ξύπνημα αποτελεί μια μεταβολή της εγρήγορσης, της συνολικής σχέσης του ανθρώπου με τον εαυτό του και τον κόσμο. Όλοι οι μετεγκεφαλιτιδικοί ασθενείς (όλοι οι ασθενείς), ο καθένας σε διαφορετικό βαθμό και με άλλο τρόπο, πάσχουν από ελλείμματα και παραμορφώσεις της προσοχής. Αισθάνονται αποκομμένοι και αποσυρμένοι από τον κόσμο, από την άλλη βυθισμένοι ή απορροφημένοι στην αρρώστια τους. Αυτή η παθολογική στροφή προς τα μέσα, προς τον εαυτό της είναι ιδιαίτερα έντονη σε καταληπτικές μορφές της ασθένειας και περιγράφεται πολύ εύστοχα από ένα ασθενή που μια φορά μου είπε: « η στάση του σώματος μου υποχωρεί συνέχεια στον εαυτό της. Η στάση μου συνέχεια ενισχύει τον εαυτό της. Η στάση μου συνέχεια επηρεάζει τον εαυτό της. Είμαι ολοκληρωτικά απορροφημένος σε μια απορρόφηση της στάσης μου»(>>>Όλιβερ Σάκς σ.292)

«Τα ξυπνήματα αυτά μπορούν να συγκριθούν με τα λεγόμενα ‘φωτεινά διαλείμματα’. Σε αυτά –παρά την παρουσία μαζικών λειτουργικών και δομικών ανωμαλιών του εγκεφάλου –ο ασθενής επανέρχεται ξαφνικά και ολοκληρωτικά. Το παρατηρεί κανείς επανειλημμένα στο αποκορύφωμα τοξικών, πυρετικών, ή άλλου είδους παραληρημάτων. Μερικές φορές το άτομο αυτό μπορεί να επανέλθει στον εαυτό του με το άκουσμα του ονόματος του, κατόπιν για μια στιγμή ή για μερικά λεπτά, είναι ο εαυτός του, πριν παρασυρθεί και πάλι από το παραλήρημα του.» (>>>Όλιβερ Σάκς σ.290)

«Πώς ακριβώς δεν σκέφτεστε τίποτα?»

Ένας τρόπος είναι να σκέφτεσαι το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά. Όπως 2=2=2=2, ή είμαι αυτό που είμαι αυτό που είμαι αυτό που είμαι...Το ίδιο γίνεται και με τη στάση του σώματος μου. Η στάση μου συνεχώς οδηγεί στον εαυτό της. Ό,τι και να κάνω ή ότι και αν σκεφτώ οδηγεί βαθύτερα στον ίδιο του τον εαυτό...Και ύστερα υπάρχουν και χάρτες»

«Χάρτες τι εννοείτε?»

«Οτιδήποτε κάνω είναι ένα μέρος αυτού του ίδιου. Κάθε μέρος οδηγεί στο ίδιο το μέρος...Έχω μια σκέψη στο μυαλό μου και τότε βλέπω κάτι μέσα της, σαν μια κουκκίδα στη γραμμή του ορίζοντα. Έρχεται όλο και πιο κοντά, όλο και πιο κοντά και τότε βλέπω τι είναι. Είναι αυτό ακριβώς που σκεφτόμουνα προηγουμένως...Ή σκέφτομαι ένα χάρτη, ύστερα σκέφτομαι το χάρτη αυτού του χάρτη ύστερα ένα χάρτη αυτού του χάρτη του χάρτη και ο κάθε χάρτης είναι τέλειος, αν και μικρότερος και όλο και μικρότερος...Κόσμοι μέσα σε κόσμους, μέσα σε κόσμους...Από τη στιγμή που αρχίζω δεν είναι δυνατό να σταματήσω. Μοιάζει σαν να έχεις κλειστεί μέσα σε καθρέφτες ή μέσα στην ηχώ ή κάτι σχετικό.

«Και έχετε και άλλους τρόπους Ρόζυ να σκέφτεστε το τίποτα?»

«Ναι βέβαια! Οι κουκκίδες και οι χάρτες είναι θετικά τίποτα αλλά σκέφτομαι και αρνητικά τίποτα»

«Και με τι μοιάζουν αυτά;»

«Είναι αδύνατο να το πω διότι αυτά είναι αφαιρέσεις. Σκέφτομαι μια σκέψη που αρχικά εξαφανίζεται, σαν ένας πίνακας που εξαφανίζεται από το κάδρο του. Ή προσπαθώ να σχηματίσω μια εικόνα στο μυαλό μου αλλά η εικόνα διαλύεται τόσο γρήγορα, όσο κάνω για να τη φτιάξω...»


>>>(σελ. 115/Περιγραφή ασθενούς που πάσχει από Παρκινσον. Ξυπνήματα, Όλιβερ Σακς, (μετφ. Κώστας Ποταγάς) Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα: 1996)